ΤΙ ΔΕΙΧΝΟΥΝ ΟΙ ΕΡΓΑΣΙΕΣ ΣΤΟ ΠΟΣΕΙΔΩΝΙΟ
(άρθρο Πέτρου Χαριτάτου στον Σπετσιώτικο Αντίλαλο, αρ.φύλλου 180, Ιούνιος-Ιούλιος 2007)
Το Ποσειδώνιο το βλέπαμε, τόσον καιρό, σαν μια γερασμένη αρχόντισσα που της πέφταν οι σοβάδες. Κάτι άλλαξε εδώ και λίγους μήνες. Ξεκίνησε το έργο που λέγεται «Αναγέννηση Ποσειδωνίου», όπως λέει η πινακίδα. Πώς πάνε οι εργασίες; Τι βρήκαν; Πότε τελειώνουν; Πώς λειτουργούσε πιο παλιά; Και πώς θα λειτουργήσει αύριο; Είναι πολλές οι ερωτήσεις κι αξίζει ν’απαντηθούν. Αυτό το πρώτο άρθρο θα δείξει πώς έχει οργανωθεί το έργο και τι ενδιαφέροντα πράγματα ανακαλύφτηκαν. Το επόμενο άρθρο θα δείξει γιατί το Ποσειδώνιο είναι σημαντικό κτίριο για την Ελλάδα και πώς το χτίσανε το 1911-1914.
Οργάνωση των εργασιών
Το Ποσειδώνιο ανήκει σ’ένα ίδρυμα, αυτό που διαχειρίζεται την περιουσία του Σωτηρίου Ανάργυρου (ΑΚΣΣ: Αναργύρειος και Κοργιαλένειος Σχολή Σπετσών). Βλέποντας την κατάντια και του αρχοντικού, και της σχολής και του ξενοδοχείου που τού παρέδωσε ο Ανάργυρος, το ίδρυμα αναζητούσε λύσεις. Για τη Σχολή, έκανε ένα μεγάλο βήμα με το Τ.Ε.Ι. Πειραιά. Για το Ποσειδώνιο, αποφάσισε το εξής: να το νοικιάσει σε μια ειδικευμένη επιχείρηση που θα βάλει τα κεφάλαια για την επισκευή, θα το εκμεταλλευτεί για ένα διάστημα, και μετά θα το παραδόσει στο Ίδρυμα. Αυτή η επιχείρηση είναι η «Πρωτοβουλία Σπετσών Α.Ε.» και ανέλαβε την εξής πρόκληση: Να πείσει το ίδρυμα. Να συγκεντρώσει κεφάλαια. Να το ξαναφτιάξει σωστά. Να το λειτουργήσει. Να ζωντανέψει την παλιά του αίγλη. Να μεγαλώσει την τουριστική σαιζόν. Να το κάνει κερδοφόρο. Επτά απλά πράγματα!
Το έργο έχει τους εξής πρωταγωνιστές. Κύριος έργου, η «Πρωτοβουλία Σπετσών». Αρχιτεκτονική μελέτη, το γραφείο Στυλιανίδη, που εξέτασε το κτίριο και επρότεινε τις λύσεις. Διεύθυνση έργου, η Γνώμων Κατασκευές Α.Ε. που ελέγχει τους εργολάβους και υπεργολάβους. Εργολάβος της Α’ Φάσης: Κλουκίνας – Λάππας Α.Ε. Πλάι τους, οι υπεργολάβοι, ο καθένας στην ειδίκευσή του. Η «Πρωτοβουλία Σπετσών» ζήτησε να μπουν στο έργο όσο γίνεται πιο πολλοί Σπετσιώτες. Κάλεσε τους εδώ εργολάβους να δώσουν προσφορές. Ζήτησε, στη σύμβαση με τον Εργολάβο της Α’ Φάσης, να προτιμηθούν οι Σπετσιώτες. Όμως οι δουλειές περισσεύουν στις Σπέτσες. Οι πιο πολλοί είπαν ότι δεν προλαβαίνουν, ούτε για μπετά, ούτε για κεραμοσκεπές, ούτε για ξυλουργικά. Έχουν τόσα έργα – σπίτια, επαύλεις, συγκροτήματα – που δεν τους φτάνουν τα χέρια για τόσο μεγάλη δουλειά. Μια δουλειά που έγινε πια επείγουσα: το Ποσειδώνιο έκλεισε τον Οκτώβριο του 2005 και τα έργα ήταν να κρατήσουν 14 μήνες. Δηλαδή να τέλειωναν το Δεκέμβριο του 2006. Αλλά άργησαν οι άδειες και καθυστέρησε να ξεκινήσει.
Τελικά οι εργασίες ξεκίνησαν το Μάρτιο 2007 με την 1η φάση (τα οικοδομικά και μηχανολογικά) και θέλουν 14 μήνες, δηλαδή είναι να τελειώσουν τον Απρίλιο 2008, ένα ρεκόρ ταχύτητας για τέτοιο έργο. Η 2η φάση είναι ν’αρχίσει τέλος Σεπτεμβρίου 2007. Αφορά τα τελειώματα: πλακάκια, μάρμαρα, ψευδοροφές και τον περιβάλλοντα έξω χώρο. Πρέπει κι αυτή να τελειώσει τον Απρίλιο 2008. Θα γίνει πάλι πρόσκληση στους τοπικούς εργολάβους και υπεργολάβους. Στο μεταξύ, όλοι τρέχουν με διπλό ρυθμό. Οι αδελφοί Θυμαρά κάνουν την εκσκαφή, τα χωματουργικά, κουβαλάνε τα μπάζα, φτιάχνουν το έτοιμο σκυρόδεμα. Ο μπετατζής από τον Πύργο στήνει τα καλούπια με έτοιμα μεταλλικά πανέλα, που είναι πιο γρήγορα από τις παραδοσιακές ξύλινες τάβλες. Τις αμμοβολές κάνει ο Μάκης Λαδικός από το Αίγιο. Πλάι τους, τα συνεργεία για τσιμεντενέσεις, λιθοσυρραφές και αγκυρώσεις.
Τα μυστικά του Ποσειδωνίου

Αρχοντικό Γουδή
Η πρώτη δουλειά ήταν να γδυθεί το κτίριο. Ξυλώθηκαν οι σοβάδες, οι ψευδοροφές, τα πατώματα, τα χωρίσματα. Φτάσανε στο σκελετό και φανήκαν τα μυστικά του. Το πρώτο που είδαν, είναι τη διαφορά ανάμεσα στα δυο κτίρια του Ποσειδωνίου. Η φωτογραφία (1) από τη συλλογή του Γιώργου Αργεντίνη, δείχνει το αρχοντικό Γουδή που υπήρχε πιο παλιά και που έγινε η δυτική πλευρά του ξενοδοχείου. Έχει ενδιαφέρουσα ιστορία, κι ας αρχίσουμε μ’αυτό.
Αρχοντικό Γουδή
Ενώ το Ποσειδώνιο χτίστηκε το 1911-1914, του Γουδή είχε ήδη ζήσει δυο ζωές. Πρώτα ήταν σπίτι, μετά έγινε αρχοντικό και τέλος έγινε κομμάτι του ξενοδοχείου. Δεν χτίστηκε αρχικά για αρχοντικό. Ήταν πιο μικρό. Κάποιοι παλιοί τοίχοι, που βρήκαν οι μηχανικοί, είναι φτιαγμένοι με πέτρες και μπάζα: λιθάρια, βότσαλα, σπασμένα κεραμίδια, κομμάτια μαλτεζόπλακας, τούβλα. Βρήκαν και ξυλοδεσιές της παλιάς τεχνικής. Ας κάνουμε μια υπόθεση, με βάση τα όσα είδαν οι μηχανικοί.
Του Γουδή το αρχικό σπίτι μάλλον πρωτοχτίστηκε γύρω στο 1840-70 όπως κι άλλα σπίτια καραβοκυραίων στην ίδια παραλία. Όλα στο ίδιο χνάρι: το κτίριο πάνω στη θάλασσα, το περιβόλι από πίσω. Κάτω η αποθήκη ανοίγει στη θάλασσα για να ξεφορτώνουν οι βάρκες από τα πλοία τους. Ο καθένας έχει το δικό του μόλο. Παραλιακός δρόμος δεν υπάρχει. Πάνω το σπίτι με την εξώπορτα να κοιτά στο νότο. Διασχίζεις το περιβόλι και βγαίνεις στον αποπάνω δρόμο. Να μερικά τέτοια σπίτια: του Οικονόμου (που το αγόρασε ο Δασκαλάκης), του Καστριώτη (οικία Γιώργου Μπέλεση με «καφέ 1800»), και του Λαζάρου πριν από το εργοστάσιο. Πιο πέρα, του Κυριακού (που η κόρη του η Μίνα Ιζαϊλώφ το έδωσε κι έγινε Δημαρχείο), ένα άλλο του Καστριώτη (με κληρονόμους τους Ελευθερουδάκη) και τέλος ένα άλλο του Κυριακού με το ζουρλό το πεύκο, στη γωνιά της Κουνουπίτσας (το μόνο που έχει θαλασσοπόρο κληρονόμο, τον Δημήτρη Τσάλλη). Κάποια σπίτια είναι πιο ακριβά κι έχουν την σταχτιά πέτρα Δοκού στην πρόσοψη κι άλλα είναι με πιο φτηνή κατασκευή που θέλει σοβάτισμα.

Το δώμα στου Γουδή
Επιστρέφουμε στον Γουδή. Κάποια ώρα γίνεται εφοπλιστής ακτοπλοίας. Κάνει μεγάλες αλλαγές. Τις βλέπουμε στους τοίχους, διότι δεν είναι όλοι της ίδιας εποχής. Το σπίτι γίνεται πιο μεγαλοπρεπές, αρχοντικό, με τη νεοκλασική όψη που δείχνει η φωτογραφία. Αυτά που βλέπουμε, μάς τα εξηγεί ο κ. Χρήστος Αχτύπης, πολιτικός μηχανικός. Ο μαντρότοιχος αντί για σαμάρι έχει κονσόλα με ανθοδόχους. Στο πλάι του σπιτιού, εκεί που αργότερα θα κολλήσει το Ποσειδώνιο, φαίνονται παραστάδες με Ιωνικό επίκρανο. Η είσοδος γίνεται πια από μπροστά, κάτω από ένα πρόπυλο που πατάει σε τρεις κολόνες. Πάνω από το πρόπυλο η βεράντα του πρώτου ορόφου έχει μια μπαλουστράδα με κολονάκια. Μπαλουστράδες βλέπουμε και στην πίσω πτέρυγα, μπροστά στις μπαλκονόπορτες. (Αν κάποιος ξέρει περισσότερα γι’αυτό το σπίτι, ας μάς φωτίσει περισσότερο). Για να το δέσει με το Ποσειδώνιο, ο Ανάργυρος χρησιμοποιεί τον ανατολικό του τοίχο για μεσοτοιχία. Του προσθέτει ένα πάτωμα. Ξηλώνει τη βεράντα και τις κολόνες που τη στηρίζανε, για να είναι στην ίδια ευθεία με το Ποσειδώνιο. Υπήρχε μια μεγαλοπρεπής σκάλα στη δυτική πλευρά. Σώζονται τα τόξα των παραθύρων της. Την ξηλώνει για να κερδίσει χώρο και βάζει μια μικρή σκάλα υπηρεσίας που ανεβαίνει μέχρι το δώμα.
Το κτίριο Γουδή δεν ήταν σε καλή κατάσταση. Το δώμα είναι με σιδερένια δοκάρια που έχουν ανάμεσά τους σχιστόπλακες Βόλου, όπως δείχνει η φωτογραφία (2). Για να μη βρέχονται τα δοκάρια, από πάνω είχαν στρώσει μαλτεζόπλακες. Όμως οι αρμοί δεν είχαν συντηρηθεί και το νερό περνούσε. Πολλά δοκάρια ήταν σάπια κι ετοιμόρροπα.

Τοίχος του κλιμακοστασίου
Τα πατώματα είναι από ξύλινα δοκάρια ακατέργαστα, άλλα τετράγωνα, άλλα στρογγυλά. Όμορφα δεν είναι, αλλά είναι στερεά. Κάποιοι τοίχοι ήταν σαθροί και χρειάστηκαν τσιμεντενέσεις. Τις λένε και τσιμεντενέματα. Κάτι σαν κλύσμα με τσιμέντο. Βάζουν πλαστικούς σωλήνες βαθειά στη λιθοδομή, μια σειρά χαμηλά κι άλλες σειρές πιο ψηλά. Το τσιμέντο είναι πολύ υγρό, σαν νερό, για να μπαίνει εύκολα στις χαραμάδες. Το ζουλάνε μέσα στούς σωλήνες που είναι χαμηλά, και πιέζουν μέχρι να βγει από τους αποπάνω σωλήνες. Τότε ξέρουν πως μέχρι εκεί, έχουν γεμίσει όλα τα κενά του τοίχου. Το τσιμέντο σκληραίνει κι ο τοίχος είναι πλέον στερεός.
Κεντρικό κτίριο Ποσειδωνίου
Ας αρχίσουμε από πάνω. Όπως και στου Γουδή, εκεί όπου είχε πλάκες στην ταράτσα, και οι αρμοί είχαν ανοίξει, έμπαινε η βροχή κι έκανε ζημιά στους τοίχους. Έμπαινε κι από τις αποθήκες του δώματος που χάσκαν από παντού και φιλοξενούσαν εκατοντάδες περιστέρια, μαζί με τους βροχερούς νοτιάδες.

Αρχικός διάδρομος
Έχουμε όλοι δει πώς χαλάει ένα παρατημένο σπίτι, ή μια παρατημένη εκκλησιά, ή μια μάντρα που χάλασε το σαμάρι της. Μπαίνει η βροχή από πάνω, ανοίγει χαραμάδες, και με τον καιρό ραγίζει τον τοίχο. Στο Ποσειδώνιο, τα ραγίσματα είχαν ξεκολλήσει τον εξωτερικό τοίχο του κλιμακοστασίου, όπως δείχνει η φωτογραφία (3). Τον πρόλαβαν ίσα-ίσα. Πρώτα τον δέσαν με μεγάλες ζώνες για να μην πέσει: η περίδεση. Μετά τον ξανασυνδέσαν με το κτίριο: η συρραφή. Χρειαστήκαν λιθοσυρραφές και σε εσωτερικούς τοίχους. Αυτές γίνονται με ατσάλινες λάμες που μπαίνουν κάθετα στις ρωγμές. Στον τελευταίο όροφο του Γουδή είχε τοίχους πιο σαθρούς που δέθηκαν ολόκληροι με ανθρακούχα πλέγματα. Αυτά είναι σαν χοντρά μαύρα δίχτυα, με μικρό μάτι και μεγάλη αντοχή, καρφωμένο σε όλο τον τοίχο, και τον σφίγγουν όταν τα ποτίζει ο σοβάς.

Δοκάρια κάτω απο τις ντουζιέρες
Άλλες ζημιές τις έκανε η μεγάλη ανακαίνιση του 1964, για να γίνει πιο σύγχρονο ξενοδοχείο. Μέχρι τότε είχαν κοινόχρηστα λουτρά και τουαλέτες. Για να μπει λουτρό στο κάθε δωμάτιο, πήραν χώρο από τους φαρδείς διαδρόμους, και τον χτίσαν με γυψοσανίδες. Τώρα ξηλώθηκαν οι γυψοσανίδες και βλέπουμε στη φωτογραφία (4) πώς ήταν αρχικά ο διάδρομος. Προσέξτε τη σαπουνοθήκη δεξιά στον τοίχο. Τα νερά από κάποιες ντουζιέρες ποτίζαν τα ξύλινα δοκάρια και πολλά σαπίσανε, όπως δείχνει η φωτογραφία (5). Λένε πως μια ντουζιέρα έφυγε κάτω από τα πόδια του πελάτη κι έπεσε στην τραπεζαρία.
Όσο για την τραπεζαρία, βλέπουμε στη φωτογραφία (6) πώς πέτυχαν να γίνει τόσο ευρύχωρη. Βάλαν μεγάλα ατσάλινα δοκάρια να στηρίζουν τους πάνω ορόφους, κι έτσι απέφυγαν τους παραδοσιακούς πέτρινους τοίχους που θα διαιρούσαν τον χώρο.

Τραπεζαρία
Τα πέταλα
Μια παράξενη ανακάλυψη στο Ποσειδώνιο είναι τα πέταλα μουλαριού κι αλόγου, που βρέθηκαν – δεκάδες – σφηνωμένα ανάμεσα στις πέτρες. Τα πέταλα είναι κυρίως στον πρώτο και το δεύτερο όροφο, στον ανατολικό τοίχο του Ποσειδωνίου (πλευρά Καρδιασμένου). Την εξήγηση έδωσε ο κ. Χρήστος Παυλάτος, πολιτικός μηχανικός, βοηθός στο Πολυτεχνείο, ειδικός στα παλιά κτίρια. Τα πέταλα, λέει, είναι στους λαμπάδες των παραθύρων και στις πέτρες που βλέπουν προς το εσωτερικό του κτιρίου. Βάζαν τη μια λαξευμένη πέτρα πάνω στην άλλη και κοιτούσαν με το αλφάδι. Αν ήταν ίσια, βάζαν την επόμενη. Αν δεν ήταν, σφηνώναν από κάτω ένα πέταλο και το χτυπούσαν ώσπου να τη φέρουν ίσια. Τέτοια πέταλα βρίσκουμε σε αρκετά νεοκλασικά. Για παράδειγμα, στο κτίριο Αβέρωφ του Πολυτεχνείου, που φτιάχτηκε περίπου το 1840. Επίσης στο Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο, οδός Φειδίου, που έγινε περίπου την ίδια εποχή.
Άραγε, οι Σπετσιώτες μαστόροι του 1911-1914, όταν είδαν αυτό το «μυστικό», μήπως σκέφτηκαν κι αυτοί να το εφαρμόσουν; Μήπως το ξέραν και το εφαρμόζαν ήδη; Η απάντηση είναι κρυμμένη στα παλιά κτίρια του νησιού. Οι τωρινοί μαστόροι, βρίσκουν άραγε τέτοια σφηνωμένα πέταλα, όταν επισκευάζουν ή γκρεμίζουνε παλιά κτίρια; Όσους ρωτήσαμε, μέχρι τώρα, όλοι είπαν πως όχι.
Στο επόμενο άρθρο θα δούμε πώς δούλεψαν για να χτίσουνε το Ποσειδώνιο και γιατί ξεχωρίζει ως κτίριο.
—————————————
ΓΙΑΤΙ ΤΟ ΠΟΣΕΙΔΩΝΙΟ ΕΙΝΑΙ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΟ ΜΝΗΜΕΙΟ
(άρθρο Πέτρου Χαριτάτου στον Σπετσιώτικο Αντίλαλο, αρ.φύλλου 184, Νοέμβριος 2007)
Στο προηγούμενο άρθρο για το Ποσειδώνιο (φύλλο 180, Ιούνιος-Ιούλιος 2007) είδαμε πώς έχει οργανωθεί η ανάπλασή του και τι ανακάλυψαν οι εργασίες επισκευής. Εδώ θα δούμε γιατί το Ποσειδώνιο είναι σημαντικό κτίριο για την Ελλάδα και πώς το χτίσανε το 1911-1914.

Το Ποσειδώνιο, στο αρχικό σχέδιο του Ζίζηλα
Κοιτάς τα νησιά του Αργοσαρωνικού, αναζητάς τις μεγάλες επενδύσεις, και βλέπεις κάτι παράξενο. Το ορφανοτροφείο στην Αίγινα (που έγινε φυλακή) και ο ναύσταθμος στον Πόρο, και τα δυό ήταν έργα του κράτους. Αντιθέτως, στις Σπέτσες, οι τρεις μεγάλες επενδύσεις ήταν έργα ιδιωτών: το Ποσειδώνιο, η Σχολή, το εργοστάσιο.
Το Ποσειδώνιο είναι ένα μνημείο, σπάνιο και αξιόλογο (φωτογραφία 7). Τέτοια κτίρια, της ίδιας εποχής, δεν

8. Το Ακταίον στον Παλιό Φάληρο
διασώζονται πια στην Ανατολική Μεσόγειο. Επιβιώνουν ακόμα στην Κυανή Ακτή της Γαλλίας και της Ιταλίας. Εκείνα ήταν άλλωστε και τα πρότυπα για το Ποσειδώνιο. Ανάλογο ξενοδοχείο στην Ελλάδα ήταν το Ακταίον στο Παλαιό Φάληρο, χτισμένο κι αυτό περίπου το 1900 (φωτογραφία 8).
Συνταγές ομορφιάς
Γράφει το Αθηνόραμα Τράβελ για το Ποσειδώνιο: «Αν βρισκόταν στην Κυανή Ακτή θα ήταν ένα απλησίαστο πολυτελές grand hotel, η τύχη όμως το έφερε στο λιμάνι των Σπετσών.» Ένας θαυμαστής του, ο κ.Χρήστος Παυλάτος, ειδικός στα παλιά κτίρια, δίνει τη συνταγή της γοητείας: «Η πρόσοψη είναι πολύ όμορφη. Βλέπεις περίτεχνα σκαλιστά στοιχεία, μάρμαρα, λιθόγλυπτα φουρούσια – όλα χρειάστηκαν τεράστια δουλειά και δαπάνη. Στους ορόφους τα μπαλκόνια είναι τεράστιες μονοκόμματες πλάκες από μάρμαρο Διονύσου. Τα μαντεμένια κάγκελα των μπαλκονιών, έγιναν σε χυτήρια της Αθήνας (φωτογραφία 9). Το κυρίως κτίριο έχει τρεις προεξοχές: στο κέντρο και στα άκρα, τα έρκερ.» Τι είναι το έρκερ, τον διακόπτω. Εξηγεί: προέρχεται από την παλιά γαλλική λέξη για πολεμίστρα, και αφορά την προεξοχή δωματιών, πάνω από το ισόγειο, που σπάει τον όγκο της πρόσοψης κι αυξάνει τον εσωτερικό χώρο.

Λεπτομέρεια της όμορφης πρόσοψης
Συνεχίζει ο κ. Παυλάτος: «Πάνω στη σκεπή, υπάρχει ένας μοναδικός κεντρικός θόλος, η κουπόλα, που είναι σαν γάστρα καϊκιού γυρισμένη ανάποδα, με τα στραβόξυλά της. Μόνο καραβομαραγκοί μπορούσαν να τη φτιάξουν τόσο όμορφη. Ποιοι να ήταν άραγε; Κάτω, στην είσοδο, το πρόπυλο είναι μεγαλοπρεπές, με δωρικά στοιχεία. Μπροστά, στη βεράντα, το τοιχίο είναι ντυμένο με γκρίζο μάρμαρο Διονύσου. Έχει μεγάλη τέχνη στη γλυφή, και νεροχύτη για να μην κρατάει τα νερά.»
Όσο για το εσωτερικό, «το κεντρικό κλιμακοστάσιο είναι ένα έργο τέχνης, ένα καταπληκτικό γλυπτό, μια φαρδειά σκάλα από ολόσωμες μαρμάρινες βαθμίδες. Οι λεπτομέρειες κατασκευής, οι καμπύλες, δείχνουν ότι δούλεψαν σπουδαίοι μαστόροι. Τα σκαλοπάτια πακτώνονται στον τοίχο και το ένα σκαλί στηρίζεται στο άλλο για να δέσουν. Τα μαντεμένια κάγκελα της σκάλας, με το περίτεχνο σκάλισμα, είναι μάλλον από το εργαστήριο του Τσίλλερ.»
Άρα, καταλήγει ο κ.Παυλάτος, το Ποσειδώνιο δεν είναι απλώς ένα κτίριο. Είναι ένα σπάνιο αρχιτεκτόνημα. Η μορφολογία του «έχει άποψη», που σε αυτή την περίπτωση, είναι η άποψη ενός πεισματάρη κι ενός καλλιτέχνη, του Ανάργυρου και του Ζίζηλα.
«Να κτισθεί όμοιο με … »
Ο Ζίζηλας είχε ήδη φτιάξει το αρχοντικό του Ανάργυρου, που το περιγράφει ως εξής το Υπουργείο Πολιτισμού: «Κτήριο διώροφο λιθόκτιστο. Χαρακτηρίζεται από συμμετρία στις όψεις, ισορροπία στη διάπλαση του όγκου, καθαρότητα των αρχιτεκτονικών μορφών και σαφήνεια των επί μέρους νεοκλασικών μορφολογικών στοιχείων. Η μελέτη έγινε από τον αρχιτέκτονα Π. Ζίζηλα με σαφείς οδηγίες: «να κτισθεί ένα αρχοντικό όμοιο με αρχαίο αιγυπτιακό ανάκτορο ή ναό». Το 1903 άρχισαν οι εργασίες και μέσα σε ένα χρόνο κατασκευάσθηκε το λαμπρότερο οικοδόμημα των Σπετσών. Χαρακτηρίζεται και ως έργο και ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο διότι παρουσιάζει ιδιαίτερο αρχιτεκτονικό και μορφολογικό ενδιαφέρον, αποτελεί αξιόλογο και αντιπροσωπευτικό δείγμα αρχιτεκτονικής των αρχών του 20ου αιώνα στις Σπέτσες και υπήρξε κατοικία του Εθνικού ευεργέτη και ευεργέτη των Σπετσών Σωτήρη Ανάργυρο.» Το ίδιο βέβαια ισχύει και για το Ποσειδώνιο, που το Υπουργείο Πολιτισμού παρακολουθεί στενά, για να μη ξεφύγει από το σχέδια του Ζίζηλα.
Αλλά τι αντιπροσώπευε ο Ζίζηλας εκείνη την εποχή του 1900; Ήταν ο αρχιτέκτων της καλής κοινωνίας, όπως ο Ρίζος στη δεκαετία του 1970. Έφτιαχνε κτίρια φιγουράτα για πελάτες που φροντίζουν την εικόνα τους. Ο Ρίζος έφτιαξε το ξενοδοχείο Ιντερκοντινένταλ και το Δικαστικό Μέγαρο της λεωφόρου Αλεξάνδρας. Έφτιαξε και στο Καβούρι ένα πολυτελές συγκρότημα πάνω στη θάλασσα, με σουίτες που φιλοξενούσαν το «τζετ σετ» της δεκαετίας του 70: ηθοποιούς, εφοπλιστές, διπλωμάτες και επιχειρηματίες.

10. Μέγαρο Σαμαρά, έργο του Ζίζηλα
Στη μελέτη του, «Μισός αιώνας αθηναϊκής αρχιτεκτονικής 1875-1925», ο Μάνος Μπίρης δείχνει πώς σκέφτονταν οι αρχιτέκτονες τότε, για να φτιάξουν εντυπωσιακές προσόψεις. Ζητούσαν, γράφει, «ν’αποδοθεί η μνημειακότητα και η πολυτέλεια του αστικού Palais (αρχοντικού) στα αθηναϊκά μέγαρα». Ανάμεσα σ’αυτά, ήταν «μερικά ιδιότυπα κτήρια που εκπονήθηκαν στα σχεδιαστήρια του γραφείου μελετών του μηχανικού Π.Ζίζηλα, ο οποίος είχε προσλάβει κοντά του νέους αρχιτέκτονες της εποχής.» Ανάμεσα σ’αυτά τα ιδιότυπα κτίρια του Ζίζηλα, ξεχώριζε το μέγαρο Σαμαρά, στην Γ’ Σεπτεμβρίου 54 που χτίστηκε το 1920, έξη χρόνια μετά το Ποσειδώνιο (φωτογραφία 10). Σύμφωνα με τον Μπίρη, «ήταν το εντυπωσιακώτερο, τόσο στην εξωτερική του διάπλαση, όσο και στον πλούτο του εσωτερικού διακόσμου, και κατεδαφίστηκε το 1975 για να ανεγερθεί στη θέση του ένα πολυώροφο γραφείων.» Και συνεχίζει: «Η αρχιτεκτονική του υλοποιούσε τις απαιτήσεις της μεγαλοαστικής επίδειξης, τόσο με τον πλούτο της φορμαλιστικής επεξεργασίας, όσο και με την εφαρμογή νεωτερισμών και ανέσεων. Το κτήριο φιλοδοξούσε να αναπαράγει την πολυτελή ατμόσφαιρα των αστικών κατοικιών της αυτοκρατορικής Βιέννης (τα περίφημα Τζίνσπαλαί) ή του Παρισιού της Μπελ Εποκ. Η ασυνήθιστη για τα αθηναϊκά δεδομένα, πρόσοψη του μεγάρου Σαμαρά, πρόβαλε με πομπώδες ύφος, καθώς είχε ζωηρή πλαστική επεξεργασία. Είναι γνωστό, ότι ο διακοσμητής που ασχολήθηκε αποκλειστικά για το σκοπό αυτό ήταν Ιταλός, μόνιμος συνεργάτης στο γραφείο Ζίζηλα.»
Παρένθεση για τις προσόψεις

11. Δεξιά οι πλάκες πωρόλιθου που ντύνουν την πρόσοψη
Ανοίξαμε μια παρένθεση για τον Ζίζηλα. Ας ανοίξουμε μιαν άλλη για τις προσόψεις. Ο Μπίρης, πιο πάνω, γράφοντας για την αισθητική του Ζίζηλα, μιλά για «επίδειξη» και «πομπώδες ύφος». Άραγε, ισχύει αυτό για το Ποσειδώνιο; Μέχρι τότε, στις Σπέτσες, το ύφος των κτιρίων ήταν λιτό και λιγόλογο. Ακόμα και στα αρχοντικά των πολύ πλουσίων. Στου Χατζηγιάννη Μέξη (το σημερινό μουσείο) η πρόσοψη είναι οργανικό κομμάτι του κτιρίου. Χτίζουν τους τοίχους με λιθοδομή. Μετά περνάνε το σοβά, κι αυτή πια είναι η πρόσοψη. Αυτό που «είναι», αυτό «φαίνεται». Δεν υπάρχει διαφορά ανάμεσά τους. Τόσο απλό. Όμως παράλληλα, υπάρχει και μια άλλη αισθητική, εξ ίσου παραδοσιακή. Θες η πρόσοψη να δείχνει πλούσια κι όμορφη. Αυτό που «φαίνεται» να ξεπερνά αυτό που «είναι». Έτσι, στο Ποσειδώνιο, ενώ η δυτική του πτέρυγα, που ήταν το αρχοντικό Γουδή, έχει σοβατισμένη πρόσοψη, το κύριο κτίριο έχει πέτρινη πρόσοψη. Αυτή δείχνει να είναι φτιαγμένη με σκαλιστά λιθάρια, κομμένα και εφαρμοσμένα με τέχνη. Στην πραγματικότητα, πρόκειται για μεγάλες πλάκες μαλακού πωρόλιθου, σαν μαλτεζόπλακες, με πάχος μερικά εκατοστά, που τις έχουν στερεώσει στη λιθοδομή (φωτογραφία 11). Η πρόσοψη είναι θήκη, καπλαμάς, δεν έχει οργανική σχέση με το κτίριο.

12. Βασιλική του Σαν Λορέντζο δίχως πρόσοψη
Τούτο όμως δεν είναι νεωτερισμός του Ζίζηλα. Αυτή η άποψη υπήρχε ανέκαθεν. Ισχύει για τους ανθρώπους, ισχύει και για τα κτίρια, όπως δείχνει ένα ενδιαφέρον παράδειγμα από τη Φλωρεντία. Οι ηγεμόνες της Φλωρεντίας, οι Μέδικοι, είχαν αποκτήσει τεράστια εξουσία ως έμποροι, τραπεζίτες και Πάπες. Η οικογενειακή τους εκκλησία, με τους τάφους τους, είναι η βασιλική του Σαν Λορέντζο. Όταν χτίστηκε, δεν συμφωνούσαν για την πρόσοψή της κι έτσι ο μπροστινός τοίχος έμεινε ένας απλός τοίχος (φωτογραφία 12). Το 1516 καλέσαν σε διαγωνισμό τους πιο διαπρεπείς δημιουργούς, να προτείνουν μια μεγαλοπρεπή πρόσοψη για την εκκλησία. Κάτι που να ταιριάζει στην αίγλη τους. Το διαγωνισμό κέρδισε ο κορυφαίος καλλιτέχνης, ο Μιχαήλ Άγγελος. Θα φτιάξει μια πρόσοψη, είπε, που θα είναι «ο καθρέφτης της αρχιτεκτονικής και της γλυπτικής ολόκληρης της Ιταλίας». Πασχίζει τρια χρόνια, παραγγέλνει τα πιο όμορφα μάρμαρα, και ξαφνικά οι Μέδικοι ακυρώνουν την παραγγελία τους. Το Σαν Λορέντζο έμεινε με τον σκέτο τοίχο του, όπως το βλέπουμε σήμερα, κι έτσι ξεχωρίζει ανάμεσα στις προσόψεις-τούρτες των άλλων εκκλησιών της Φλωρεντίας.
Πώς χτίσανε το Ποσειδώνιο
Το Ποσειδώνιο, ως κτίριο, έχει έναν επιβλητικό όγκο. Μέχρι να χτιστεί, τα πιο μεγάλα κτίρια στις Σπέτσες ήταν του Χατζηγιάννη Μέξη, του Θεοδωράκη Μέξη και η Καποδιστριακή. Κατά την εκτίμηση του κ.Χρήστου Αχτύπη, πολιτικού μηχανικού, το κτίριο καλύπτει περίπου 1,000 τετραγωνικά μέτρα και αντιπροσωπεύει περίπου 15,000 κυβικά μέτρα. Η πέτρινη λιθοδομή (οι τοίχοι δηλαδή) έχει όγκο περίπου 2,000 κυβικά μέτρα. Δυο χιλιάδες κυβικά δεν είναι πολλά. Ας τα συγκρίνουμε με τα μπετά για τις επαύλεις που χτίστηκαν πρόσφατα στις Σπέτσες.
Στο Ποσειδώνιο η λιθοδομή έχει πλάτος 60-80 εκατοστά. Όπως στα παραδοσιακά κτίσματα, η μια πέτρα πατάει πάνω στην άλλη. Η λιθοδομή είναι από ασβεστόλιθο, μια σκληρή πέτρα που θεωρείται καλή για το χτίσιμο. Από τέτοια πέτρα αποτελούνται τα πιο πολλά βουνά της Ελλάδος.
Χτίζαν κι από τις δυο πλευρές, ανά ένα μέτρο ύψος. Αφού τέλειωνε μια ζώνη, ανεβάζαν τα μαδέρια ένα μέτρο για να πατάνε πιο ψηλά οι χτίστες. Ο ένας έχτιζε από μέσα και ο άλλος απ’έξω, για να παντρέψουν την πέτρα. Στο κτίριο Γουδή, η «λάσπη» για το χτίσιμο είναι με θηραϊκό κονίαμα (θηραϊκή γη και άμμος), ενώ στο κεντρικό κτίριο είναι ασβεστοκονίαμα (ασβέστης και άμμος). Ο κ.Αχτύπης παρατηρεί ότι βάζαν μπόλικο ασβέστη, δηλαδή πως είναι καλοχτισμένο. Οι ειδικοί λένε πως το κονίαμα με θηραϊκή γη ή με ασβέστη, αφήνει τη λιθοδομή να αναπνέει, κι έτσι φεύγει η υγρασία που έχει εισχωρήσει. Το τσιμέντο αντιθέτως κατακρατά την υγρασία, με αποτέλεσμα τη φθορά. Εαν χτιζόταν το Ποσειδώνιο λίγα χρόνια αργότερα, και χρησιμοποιούσαν το τότε θαυματουργό νέο υλικό, το τσιμέντο, ίσως να είχε καταστραφεί από τη θάλασσα και την υγρασία, όπως έγινε στο εργοστάσιο πιο πέρα.
Πολλά ενδιαφέροντα στοιχεία για το χτίσιμο του Ποσειδωνίου περιέχει η βιογραφία του Ανάργυρου, που έγραψε ο ιστορικός ερευνητής κ. Γεώργιος Σταματίου. Ιδού ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα: «Αναφέρουμε όσα ονόματα μαστόρων και εργατών και όσες άλλες πληροφορίες μπορέσαμε να συγκεντρώσουμε. Επιστάτης, ο μαστρο-Γιώργης από την Ήπειρο (το επίθετό του λησμονήθηκε). Κτίστες: Ιωάν. Θυμαράς, Χαρ. Κατσαβίδας (έπεσε από τις σκαλωσιές και τραυματίστηκε. Ο Ανάργυρος, όσο καιρό ήταν κατάκοιτος, και ένα χρόνο μετά, του πλήρωνε τα μεροκάματά του), Σωτ. Πανάγος, Παν. Γιαννακούλιας, Ιωάν. Μαρνέζος, Ανδρέας Μπερζοβίτης κ.ά. Αρχικά οι κτίστες ήταν Καρπάθιοι, αλλά ο Ανάργυρος τους αντικατέστησε με Σπετσιώτες. Μαρμαράς ο Ζουρμαλιάς με τους 15 βοηθούς του, ανάμεσα στους οποίους και ο γιος του. Για τις κλίμακες και την πλακόστρωση χρησιμοποιήθηκαν Αθηναίοι τεχνίτες. Η μεταφορά των αγκωναριών και των μαρμάρων γινόταν με ένα αυτοσχέδιο βίντσι. Οι μεγάλες πέτρες μεταφέρθηκαν από την Κόρινθο, οι μικρές από τα νταμάρια του νησιού, η άμμος από το Γκουζουνό και την περιοχή της Μπουμπουλούς. Η μεταφορά των υλικών γινόταν με βάρκες που πλεύριζαν στον δυτικό μόλο της Ντάπιας (μόλο Δημ. Γουδή), Τα κουφώματα παραγγέλθηκαν στο εργοστάσιο Βράιλα.»
Οι απαραίτητοι σιδεράδες
Στα παραδοσιακά κτίρια, ο τοίχος δένει με τη δύναμη της βαρύτητας. Αυτό γίνεται μόνο στον κάθετο άξονα. Έτσι, στον οριζόντιο άξονα, για να δένει ο τοίχος όταν είναι μεγάλος, βάζουν ξυλοδεσιές ή ελκυστήρες, δηλαδή σιδερένιες λάμες. Τέτοιοι ελκυστήρες υπάρχουν πολλοί στο Ποσειδώνιο. Καθώς χτίζαν τη λιθοδομή, ακουμπούσαν πάνω της τη λάμα (που είχε πιο μεγάλο μήκος από τον τοίχο) ώστε να προεξέχει από τις γωνιές του κτιρίου. Εκεί πια στρίβανε τα άκρα της για να δέσουν πάνω στους στυλεούς. Ο στυλεός είναι η χοντρή σιδερένια βέργα που χρησιμεύει ως αγκύρωση. Αυτό σημαίνει πως είχαν επιτόπου και σιδεράδες, με καμίνι και κάρβουνα.

13. Τα τζινέτια δένουν την πρόσοψη στη λιθοδομή
Οι σιδεράδες έφτιαχναν και τα μεγάλα τζινέτια, που δένουνε την πρόσοψη πάνω στη λιθοδομή. Τζινέτι είναι η μεταλλική λάμα που στερεώνει λ.χ. την κάσα μιας πόρτας στον τοίχο, ή που στηρίζει λ.χ. τα μάρμαρα στο μπετό μιας κολόνας. Στο Ποσειδώνιο, τα τζινέτια είναι περασμένα μέσα από τη λιθοδομή (πλάτους 60-80 εκ.) ώστε να βγαίνουν από τις δυο πλευρές του τοίχου. Από την έξω πλευρά, η πλάκα του πωρόλιθου πατάει στη λάμα. Η άκρη της λάμας γυρνάει πάνω για να κάνει δόντι, και πιάνει σε μια τρύπα στην κάτω πλευρά του πωρόλιθου, για να μη φαίνεται, εκεί που η μια πλάκα ενώνει με την άλλη. Στην μέσα πλευρά του κτιρίου, η λάμα είναι γυρισμένη κάτω, για να σφίγγει πάνω στη λιθοδομή (φωτογραφία 13). Καθώς φαίνεται, πρώτα χτίζαν τη λιθοδομή μέχρι κάποιο ύψος. Μετά περνούσαν τις λάμες. Αυτές δίναν την αλφαδιά για τον πωρόλιθο, τον έξω τοίχο. Τέλος, από μέσα, γυρνάγαν με τη βαρειά την ουρά της λάμας για να καργάρει.
———————————