Απαγορευόταν στους Έλληνες, τον καιρό της Τουρκοκρατίας, να φτιάχνουν μεγάλα πλοία. Δεν έπρεπε το μήκος της τροπίδας να ξεπερνά τους 40 πήχεις, δηλαδή τα 25.6 μέτρα (1 πήχυς = 0.64 μέτρα). Καταγράφηκαν όμως τρεις περιπτώσεις όπου ναυπηγήθηκαν μεγαλύτερα πλοία στα καρνάγια των Σπετσών. Η ζωγραφιά του Χρήστου Τουλάκη δείχνει τι συνέβη το 1803 με ένα πλοίο τού Χατζηγιάννη Μέξη.

Στη ζωγραφιά, απο τα αριστερά, βλέπουμε 7 πρόσωπα: (1) φρουρός του Καπουδάν πασά, (2) ο καταδότης Γ. Βούλγαρης, (3) Καπουδάν πασάς, (4) ναυπηγός, (5) Θεόδωρος Μέξης, (6 και 7) εργάτες του ναυπηγείου. Το ναυπηγείο είναι στο Παλιό Λιμάνι, ανάμεσα στο “Μουράγιο” και στο “Λιοτρίβι”. Βλέπουμε πέρα το Δίδυμο. Το κτίριο στο κέντρο είναι το παλιό τελωνείο (τωρινό εστιατόριο “Ορλώφ”) και μπροστά του μια μικρή σακολέβα. Αριστερά, με τις καμάρες, το κτίριο των επιχειρήσεων της οικογένειας Μέξη.



Οι λεπτομέρειες για το συμβάν αναφέρονται στο βιβλίο «Ιστορία των Σπετσών» του Παύλου Παρασκευαϊδη, έκδοση Πολιτιστικού Συλλόγου Σπετσών 2007 (σελ. 92-93):
«… καθώς ο Καπουδάν πασάς Χουσέιν, στις αρχές του 19ου αιώνα, έκανε περιοδεία στο Αιγαίο πέλαγος, του έγινε καταγγελία πως στις Σπέτσες κατασκευάζονται µεγάλα πολεµικά πλοία για να τα χρησιµοποιήσουν σε νέα κατά του Σουλτάνου επανάσταση. Ο Καπουδάν πασάς, µόλις το έµαθε, συνοδευόµενος από τον υδραίο Γ. Βούλγαρη, στον οποίο αποδίδεται η καταγγελία, κατευθύνεται στις Σπέτσες, όπου πράγµατι οι αδελφοί Ιωάννης και Θεόδωρος Μέξης ετοίµαζαν ένα µεγάλο καράβι µήκους τρόπιδας (καρίνας) 120 αγγλικών ποδών (σαράντα περίπου πήχεων). Ο Ιωάννης Μέξης, µόλις εµφανίστηκε η τουρκική ναυαρχίδα, φοβήθηκε τις συνέπειες και έσπευσε να καταφύγει στο Λεωνίδιο, από όπου καταγόταν. Ενώπιον του Τούρκου ναυάρχου παρουσιάζεται ο νεώτερος αδελφός του Θεόδωρος και προσπαθεί να δικαιολογηθεί για το µέγεθος του σκάφους. Ο Χουσέιν µετράει το µάκρος του πλοίου και διαmστώνει ότι ήταν πράγµατι µεγαλύτερο από το όριο που είχε βάλει η τουρκική διοίκηση. Αντί όµως να τιµωρήσει τους παραβάτες, ως ναυτικός που ήταν ο ίδιος, θαύµασε την οµορφιά και το µέγεθος του σκαριού και επέτρεψε στους Σπετσιώτες να το αποτελειώσουν, δίνοντας µάλιστα την ευχή του να είναι καλοτάξιδο και να αποφέρει µεγάλα κέρδη στους ιδιοκτήτες του. Δεν παρέλειψε βέβαια να πάρει από τους Μέξηδες και τα δώρα που απλόχερα του πρόσφεραν. Η ευνοϊκή αντιµετώπιση της περίπτωσης αυτής από τον Χουσειν δεν οφείλεται µόνο στα δώρα που πρόσφεραν οι Μέξηδες, αλλά και στην προσπάθεια του Τούρκου ναυάρχου να πείσει τους Έλληνες ναυτικούς ότι η Πύλη διάκειται ευνοϊκά απέναντί τους γι’ αυτό και έχουν συµφέρον να ταξιδεύουν µε τουρκική σηµαία και προστασία αντί της ρωσικής.
Το περιστατικό αυτό περιγράφει και ο Ανάργυρος Χατζηαναργύρου ως εξής: “Κατεµηνύθη εις την Οθωµανικήν Πύλην, αγνοείται πόθεν, ότι εν Σπέτσαις την αρειµάνιον (=πολεµοχαρή, φιλοπόλεµο) πάντοτε νήσον, είχε καταρτισθή ναύσταθµος επiφοβος, ότι εκεί εναυπηγούντο πλοία ευµεγέθη και ισχυρά, ικανά δε προς πόλεµον· τούτου ένεκεν εκρίθη εύλογον και επάναγκες να επιπλεύση αυτός ο ίδιος Χουσείν Πασάς εν έτει 1803, όπως επισκεφθή αυτοίς όµµασιν ο πιστός του Σουλτάνου τον τόπον και να ερευνήση περί των εν αυτώ διατρεχόντων. Πλην δεν εύρεν ελθών, παρά ησύχους ανθρώπους περί τα ίδια έργα ασχολουµένους, δύω δε πλοία επί του ναυπηγείου, τα του Θεοδωράκη Μέξη και του Χατζή Αναργύρου, άτινα και κατεµέτρησεν αυταίς χερσί· και ήσαν µεν των άλλων αληθώς ταύτα µεγαλύτερα, ουχί όµως οποία εφηµίσθησαν, διό ευχαριστηθείς απήλθεν ο Οθωµανός Αρχιναύαρχος, καθησύχασεν δε και την εξουσίαν”.»
Τώρα έχεις δύο επιλογές:
α) Επιστρέφεις στην αρχή (πίνακας περιεχομένων):
<<ΤΟ ΜΑΤΙ ΤΟΥ ΣΚΙΤΣΟΓΡΑΦΟΥ>>
β) Προχωράς στο επόμενο:
<<Λάδι στο αγριεμένο κύμα>>