Πώς οι Σπετσιώτες ξεσηκώθηκαν το 1991 για να επιβάλουν την τάξη (και ιδέες για τις ρήξεις που χρειάζεται το Πανελλήνιο, απέναντι στην αταξία που εξαπλώνεται…)
«Με μαύρες σημαίες που ύψωσαν σε θαλάσσια ταξί και σε καίκια, με αποκλεισμό του λιμανιού αλλά και με κατάληψη για δεύτερη μέρα του δρόμου, απάντησαν 3.000 κάτοικοι των Σπετσών σε μια απόφαση της Εισαγγελίας Εφετών Πειραιά».
Έτσι ξεκινούσε το ρεπορτάζ της 27 Ιουνίου 1991 στην πειραιώτικη εφημερίδα Επικαιρότητα, με τίτλο «Η κατάληψη… των Σπετσών» και υπότιτλο «3.000 κάτοικοι είπαν ‘όχι’ στο κλείσιμο δρόμου απο ξενοδοχείο».
Τι είχε συμβεί; Αν κοιτάξεις σήμερα τη Ντάπια, δύσκολα φαντάζεσαι το χάλι της πριν 20 περίπου χρόνια, με τις αποχετεύσεις να τρέχουν παντού, ενώ τα αυτοκίνητα την έκοβαν στα δυο: κατέβαιναν πλάι στον Άγιο Αντώνη και διασχίζαν το βοτσαλωτό για να περάσουν απέναντι. Αυτή την κατάσταση την είχε επιβάλει το «Πέταλο» – έτσι λέγαν τα ξενοδοχεία και τα καταστήματα της Ντάπιας. Μια κατάσταση όπου η αταξία ήταν νόμιμη και η τάξη ήταν παράνομη.
Ευτυχώς η κοινωνία αντέδρασε. Πρόκειται για την περίφημη εξέγερση του 1991 όπου σύσσωμοι οι Σπετσιώτες πρώτα έφραξαν τις αποχετεύσεις, κι ύστερα έκλεισαν το δρόμο πλάι στον Άγιο Αντώνη και τον άνοιξαν πλάι στο Σταρ όπου είναι και σήμερα.
Εδώ βλέπουμε την κατάσταση όπως τη θυμάται ο Γιώργος Θυμαράς, που ήταν τότε δήμαρχος Σπετσών: «Το πρόβλημα με τους βόθρους υπήρχε ήδη γύρω στα 20 χρόνια. Από το 1970 περίπου που η εργολαβική ΞΕΚΤΕ έφτιαξε την Πλατεία Ποσειδωνίου και έβαλε έναν αγωγό ομβρίων υδάτων απο τού Καρδιασμένου μέχρι τού Φωκά. Δηλαδή για τα νερά της βροχής. Σ’αυτόν τον αγωγό άρχισαν να συνδέουν τις αποχετεύσεις τους διάφοροι, απο το Ποσειδώνιο ως την άλλη άκρη της Ντάπιας. Τους μιμήθηκαν άλλοι και φτιάξαν διακλαδώσεις ως το Καστέλι. Όμως αυτές οι παράνομες αποχετεύσεις συχνά βουλώνανε στη διαδρομή, τα φρεάτια ξεχείλιζαν και το σκατό έτρεχε στη Ντάπια απο Πάσχα μέχρι Αρμάτα. Πέρναγε ο επιτάφιος και ο παπάς σήκωνε τα ράσα.»
Έτσι τα θυμάται κι ένας μαγαζάτορας της Ντάπιας: «Ο Γιάννης ο Ορλάνδος ο συχωρεμένος (Σπετσιώτης υπουργός της δικτατορίας 1967-1974) είχε βάλει σωλήνες για τα νερά της βροχής και πήγε όλο το Πέταλο και ένωσαν εκεί την αποχέτευσή τους. Άλλοι με το έτσι θέλω σαν κυβερνητικοί και άλλοι έβαζαν μέσο. Απο πού πέρναγαν τις αποχετεύσεις τους, ακόμα φαίνεται στο βοτσαλωτό. Όλοι βάλανε λοιπόν. Όμως βουλώνανε και τρέχαν τα σκατά στο δρόμο. Ήρθε ο Σίφουνας (δήμαρχος Γιώργος Θυμαράς, 1991 έως 2002) και λέει τέρμα.»
Κι άλλη μια μαρτυρία: «Ήμασταν στο Πέταλο, Μεγάλη Παρασκευή 1991. Κατεβήκαμε τα σκαλιά μπρος στού Σταμπόλη εκεί που είναι τώρα τα δελφίνια του Μπαρδάκου. Είχαν φύγει τα βότσαλα και είχε γούβα όπου μάζευαν τα σκατά απο το Πέταλο. Εκεί μέσα τσαλαβουτούσαμε καθώς περνούσε η λιτανεία του Άγιου Αντώνη. Μπαίναν μέσα στα παπούτσια μας.»
Πώς εξελίχτηκαν τα πράγματα; Ο τότε δημαρχος εξηγεί: «Τον Οκτώβριο 1990 είχαμε δημοτικές εκλογές. Μέχρι τότε δήμαρχος ήταν ο Τάκης Παρασκευάς και πριν απο αυτόν ο Βασίλης Καρδιασμένος. Όλοι οι δήμαρχοι, και πριν ακόμα τον Καρδιασμένο, έδιναν υποσχέσεις ότι προσπαθούσαν να λύσουν το πρόβλημα, αλλά ότι η λύση κόλλαγε στις διαδικασίες. Όταν λοιπόν κατέβηκα ως υποψήφιος δήμαρχος το 1990 το είπα ξεκάθαρα στο μπαλκόνι: θα κλείσουμε τους βόθρους. Οι Σπετσιώτες μάς ψήφισαν και στο πρώτο Δημοτικό Συμβούλιο το Γενάρη του 1991, η πρώτη μας επίσημη απόφαση ήταν αυτή: να κλείσουμε τους βόθρους.»

«Ανοίγαμε φρεάτια και ρίχναμε μπετό. Δεν ήρθε κανένα όργανο γιατί ξέραν πως ήμασταν έτοιμοι να συγκρουστούμε.»
«Αρχίσαμε την οργάνωση: τρακτέρ, κομπρεσέρ, κασμάδες, τσάπες. Ομάδες εδώ κι άλλες ομάδες εκεί. Στην παρέλαση της 25ης Μαρτίου 1991 είχαν πλημμυρίσει τα πάντα. Καθόντουσαν να φάνε πάστα ή να πιούν το ούζο και σηκώναν τα πόδια τους. Στις 27 Μαρτίου 1991 ξεκινήσαμε το κλείσιμο. Πιάσαμε απο πάνω Καστέλι και κατεβαίναμε. Γιατί; Διότι αν αρχίζαμε απο κάτω, θα ξεχείλιζαν ακόμα χειρότερα. Ανοίγαμε φρεάτια και ρίχναμε μπετό. Δεν ήρθε κανένα όργανο γιατί ξέραν πως ήμασταν έτοιμοι να συγκρουστούμε. Οι συνδεδεμένοι παίρναν τηλέφωνα βουλευτές και υπουργούς. Εκεί που ήταν όλοι τους τσακωμένοι, είχαν γίνει ένα για το κοινό τους συμφέρον – όπως τότε το καταλάβαιναν. Είχαν απειλήσει την κυβέρνηση ότι θα κλείναν τα ξενοδοχεία και θα απέλυαν το προσωπικό.»
Όμως η απειλή τους δεν έπιασε τόπο. Την επόμενη μέρα όλα ήταν ανοιχτά. Πώς έτσι; Απαντά ο Γιώργος Θυμαράς: «Διότι απλώς ενεργοποίησαν τους βόθρους που είχαν απο παλιά. Όλοι τους είχαν βόθρους αλλά δεν τους χρησιμοποιούσαν! Και τότε άρχισε το πρώτο Σπετσιώτικο βοθρατζήδικο με το Μιχάλη Αλεξίου.»
Όμως οι βόθροι δεν ήταν το μόνο πρόβλημα που έλυσε η εξέγερση. Ήταν και ο δρόμος που διχοτομούσε και κατέστρεφε τη Ντάπια.
Το βοτσαλωτό και ο δρόμος της Ντάπιας
Η προσπάθεια των Σπετσιωτών, για να βάλουν τάξη στο δρόμο, συνάντησε πιο μεγάλες δυσκολίες διότι το «Πέταλο» προκάλεσε δικαστική απόφαση για να επανέλθει η αναρχία στη Ντάπια.

Τα αυτοκίνητα έκοβαν τη Ντάπια στα δυο: κατέβαιναν πλάι στον Άγιο Αντώνη και διασχίζαν το βοτσαλωτό για να περάσουν απέναντι.
Ο τότε δήμαρχος Γιώργος Θυμαράς εξηγεί το πρόβλημα: «Το βοτσαλωτό της Ντάπιας υπήρχε απο το 1830 αλλά απο βοτσαλωτό έγινε χωράφι, διότι αφήναν τ’αυτοκίνητα να περνάνε πάνω του. Διότι τότε ο δρόμος κατέβαινε απο τα Πευκάκια ανάμεσα στου Ρούσσου και τον Άγιο Αντώνιο, περνούσε στη Ντάπια μπροστά στου Πολίτη και στο Σταρ και συνέχιζε προς το Ποσειδώνιο. Ο τωρινός δρόμος ανάμεσα στο Σταρ και τον ΟΤΕ ήταν φραγμένος με αυθαίρετα των ξενοδοχείων.»

Πώς ήταν κλεισμένος πριν την εξέγερση: «Ο δρόμος ανάμεσα στο Σταρ και τον ΟΤΕ ήταν φραγμένος με αυθαίρετα των ξενοδοχείων.»
«Είχαμε επίσημη απόφαση της Πολεοδομίας να γκρεμιστούν όλα τα παράνομα. Αλλά η μελέτη της Νομαρχίας για το θέμα κολλούσε πάλι στις διαδικασίες. Οπότε βρίσκω τους μαστόρους και τους λέω, πάμε. Γκρεμίζουμε όλα τα παράνομα, εκεί όπου τώρα περνά ο δρόμος. Και ξεκινάμε να ξαναφτιάξουμε το βοτσαλωτό, όπως το βλέπετε σήμερα.»

«Γκρεμίζουμε όλα τα παράνομα, εκεί όπου τώρα περνά ο δρόμος. Και ξεκινάμε να ξαναφτιάξουμε το βοτσαλωτό.»
«Στο μεταξύ το «Πέταλο» είχε προσφύγει στα δικαστήρια, και βγήκε δικαστική απόφαση στις 26 Ιουνίου 1991 ότι πρέπει όλα να επανέλθουν στην προτέρα κατάσταση.» Λεπτομέρειες γράφει η πειραιώτικη εφημερίδα Επικαιρότητα: «Η δικαστική απόφαση προβλέπει ότι ξενοδόχος των Σπετσών αποκτά το δικαίωμα να νοικιάζει (!) κοινόχρηστο δρόμο, τον οποίο ο Δήμος Σπετσών επέλεξε για την αποσυμφόρηση της κυκλοφορίας του λιμανιού. Επίσης προβλέπει τη σύνδεση του ξενοδοχείου με αποχετευτικό αγωγό τα λύματα του οποίου θα ‘αποθηκεύονται’ στο γραφικό λιμάνι των Σπετσών και μάλιστα σε περίοδο της καλοκαιρινής τουριστικής κίνησης.»
Το δικαστήριο ζητούσε δηλαδή να επανέλθει η αταξία που ταλαιπωρούσε χρόνια το νησί. Ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι, όπως αναφέρει ο τότε δήμαρχος: «Ξαμολούνται οι γυναίκες στις καμπάνες των εκκλησιών και κατεβαίνει όλο το νησί στη Ντάπια. Οι άλλοι φέρναν αστυνομία απο όλα τα νησία και στείλανε τα ΜΑΤ στο Πόρτο Χέλι να κάνουν απόβαση στις Σπέτσες. Ξαμολούνται τα σωματεία, οικοδόμοι, ψάραδες, αυτοκινητιστές και όλος ο λαός. Οι μεν θαλασσινοί κλείνουν το λιμάνι οι δε στεριανοί με στιλιάρια και μαγκούρες φράζαν τους δρόμους. Μάς ειδοποιούν, ανοίξτε το λιμάνι, έρχεται ο Εισαγγελέας. Δεν ανοίγαμε το λιμάνι διότι ξέραμε ότι πίσω του ήταν τα ΜΑΤ. Πήγα στο Χέλι να πάρω τον Εισαγγελέα και τον έφερα στις Σπέτσες. Όταν ήρθε εδώ και είδε την κατάσταση, συνέβη κάτι που δεν είχε ξαναγίνει – για πρώτη φορά, ματαιώθηκε απόφαση Εισαγγελέα και η απόφαση δεν προχώρησε.»
«Μάς ειδοποιούν, ανοίξτε το λιμάνι, έρχεται ο Εισαγγελέας. Δεν ανοίγαμε το λιμάνι διότι ξέραμε ότι πίσω του ήταν τα ΜΑΤ. Πήγα στο Χέλι να πάρω τον Εισαγγελέα και τον έφερα στις Σπέτσες.»Αυτή την εξέλιξη – να ματαιωθεί απόφαση Εισαγγελέα – περιγράφει η Επικαιρότητα: «Με επέμβαση του προϊσταμένου της Εισαγγελείας Εφετών Κωνσταντίνου Σταθόπουλου, ανεστάλη προσωρινά η δικαστική απόφαση που έδινε το δικαίωμα σε ξενοδόχο να κλείσει δρόμο που αποσυμφορούσε την τουριστική κίνηση απο την περιοχή της Ντάμπιας. Έτσι, ο αποκλεισμός του νησιού έληξε στις 4.30 χτες το απόγευμα. Την ίδια περίπου ώρα έληξε και η κατάληψη των κατοίκων μπροστά απο το ξενοδοχείο ‘Σταρ’. Οι κινητοποιήσεις των κατοίκων, όπως δήλωσε η συντονιστική επιτροπή τους, είναι βέβαιο πως θα συνεχιστούν όταν αποφασιστεί η εκτέλεση της απόφασης της εισαγγελίας Εφετών Πειραιά.»
Έτσι, χάρη στο πείσμα των Σπετσιωτών, οι δικαστές στον Πειραιά κατάλαβαν πόσο άδικη ήταν η «νόμιμη» απόφασή τους και ποτέ δεν ζήτησαν να εκτελεστεί.
—–